Συνδεση



Ασχολίες


Άγιος Αμβρόσιος και οι ασχολίες των κατοίκων κατά τη διάρκεια του χρόνου

Συνηθίστηκε στην Κύπρο η κάθε κοσμοσυρροή να αποκαλείται πανηγύρι. Η έννοια βέβαια περικλείει τη σημασία και της χαράς. Με τέτοια σημασία της λέξης ο Άγιος Αμβρόσιος ζούσε και τους 12 μήνες του χρόνου σε ρυθμούς πραγματικού πανηγυριού. Σαν πρώτο είναι αναμφίβολα το μάζεμα των χρυσομήλων που διαρκούσε δυο μήνες από το Μάιο μέχρι τέλος Ιουνίου και πιο πέρα. Σ΄ αυτή την περίοδο όλα τα περιβόλια και οι δρόμοι του χωριού ήσαν γεμάτα κόσμο σχεδόν καθ’ όλο το εικοσιτετράωρο. Ακολουθούσε το θέρισμα των σπαρτών, το δεματοκουβάλημα και το αλώνισμα που κάλυπτε την περίοδο μέχρι και το μισό Αύγουστο σχεδόν για τους μεγάλους γεωργούς. Μετά τον Δεκαπενταύγουστο με το πανηγύρι της Παναγίας της Μελανδρύνας και του Αποστόλου Ανδρέα, όπου πήγαιναν μαζικά οι Αγιαμβροσίτες, άρχιζε η άδεια μαζέματος των χαρουπιών, οπότε και πάλιν ο κόσμος ομαδικά κατέκλυζε τα χωράφια φτάνοντας μέχρι και το τελευταίο δένδρο. Η εργασία αυτή κρατούσε συνήθως για τους μέσους γεωργούς για δυο περίπου βδομάδες. Για ορισμένους μεγάλους παραγωγούς η περίοδος κρατούσε μέχρι και ένα μήνα. Από αρχές Οκτωβρίου και ανάλογα με την παραγωγή μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου και πιο πέρα για ορισμένους οι Αγιαμβροσίτες ήσαν καθημερινά στο πόδι για το ελαιομάζεμα και τις αναμονές στα δυο ελαιοτριβεία του χωριού για το ξιλάισμα. Ο Δεκέμβρης ήταν ο μήνας της σποράς για τους γεωργούς, ενώ οι οικοκυρές ασχολούνταν με τις προετοιμασίες για τα Χριστούγεννα και την ύφανση στις βούφες. Ακολούθως μέχρι να περάσουν καλά-καλά τα Χριστούγεννα και τα Θεοφάνεια με το καθιερωμένο σφάξιμο του χοίρου σε κάθε σπίτι, την ετοιμασία των θαυμάσιων καπνιστών και κάποια οικογενειακά τραπέζια, έρχονταν οι σήκωσες με κάποιους αρραβώνες συνήθως και φθάνουμε στο πενηνταήμερο και τις μεγάλες ετοιμασίες για την Λαμπρά. Μέσα σ’ όλα αυτά ήσαν οι συνεχείς εργασίες για την καλλιέργεια και το πότισμα των πάρα πολλών περιβολιών που βρίσκονταν περιμετρικά του χωριού.


Μιχαήλ Χαραλάμπους και το αυτοκίνητο του

Ο Μιχάλης ο δασοφύλακας, όπως ήταν γνωστός, εργαζόταν ως επιστάτης στο δασονομείο. Για να μεταβαίνει στην εργασία του από τον Άγιο Αμβρόσιο όπου διέμενε είχε αρχικά μια μοτοσυκλέτα. Αργότερα απέκτησε ένα  μικρό αυτοκίνητο για το οποίο περηφανευόταν. Δεν είχαν και πολλοί αυτοκίνητο στο χωριό τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας της Κύπρου. Μια μέρα πώλησε το παλιό αυτοκίνητο στη Λευκωσία. Κάθε απόγευμα μετά τη συμπλήρωση της εργασίας του, πολύ κοινωνικός καθώς ήταν, πήγαινε στα καφενεία του χωριού που βρίσκονταν στον περίγυρο της εκκλησίας.

Εκεί που έπινε τον καφέ του και συνομιλούσε με τους συγχωριανούς κατέφθαναν ένα–ένα από τη Λευκωσία τα αυτοκίνητα της γραμμής δηλαδή τα λεωφορεία του Γιαννακό, του  Μάρκου, του Σιππούρα και τελευταίο του Καμπούρη. Καθημερινά σχεδόν κάποιος από τους επιβάτες πλησίαζε τον Μιχάλη καθόταν πλάι του και μετά τον πρώτο χαιρετισμό τον πληροφορούσε ότι στη Λευκωσία είδε το αυτοκίνητο του. Ο Μιχάλης με το άκουσμα της είδησης που του φαινόταν ίδιος με χαιρετισμό από παλιό φίλο με πολλές κοινές αναμνήσεις φώναζε στον καφετζή να κεράσει τον συγχωριανό του που του έφερνε τα καλά νέα.

Αυτό συνεχιζόταν για αρκετό καιρό μέχρι τη μέρα που ο ίδιος μετέβη στη Λευκωσία για δουλειές. Κατά το μεσημέρι που θα επέστρεφε στο χωριό με τη γραμμή το λεωφορείο πέρασε έξω από κάποιους μηχανικούς. Τότε ο Μιχάλης αντίκρισε το αυτοκίνητο του πεταμένο στην άκρη με ανοικτές τις πόρτες και βγαλμένη τη μηχανή. Κατάλαβε ότι τα χαιρετίσματα που του έφερναν τακτικά οι συγχωριανοί και αυτός κερνούσε καφέδες ήταν για μια μάζα παλιοσίδερα μάλλον παρά για το αγαπημένο του αυτοκίνητο. Μα εν έτσι που το θωρούσαν ακούστηκε να λέγει και εγώ τους κερνούσα.

Σάββας Ξιούρης

30 Αυγούστου 2017  


Αγιαμβροσίτες και η πλήρης αξιοποίηση και ανακύκλωση διαθέσιμων πρώτων υλών

Οι Αγιαμβροσίτες καθώς ζούσαν σ’ ένα πολύ πλεονεκτικό περιβάλλον από πλευράς φυσικής ομορφιάς, πλούσιο σε χλωρίδα και πανίδα, έμαθαν να αξιοποιούν στο έπακρο κάθε τι που πρόσφερε η φύση. Τίποτε δεν πήγαινε χαμένο. Πολλά μάλιστα υλικά έβρισκαν διάφορες χρήσεις μετατρεπόμενες από μορφή σε μορφή. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι ακόμη και τα πορίζια της αγριελιάς χρησιμοποιούνταν για βεργόξυλα για τα ξόβεργα, οι λυάδες λεπτά τρυφερά μέρη τηςσχοινιάς για καλαθοπλεκτική, τα σκληνίτζια για να πλάθουν πανέρια και ταλάρια για την κατασκευή των χαλουμιών ή για να περνούν το ψάρι ανά μισή οκά. Αγόραζες μια ή δύο κλωστές ψάρι και όχι μισή ή μια οκά.

Στις περιπτώσεις των κλαδεμάτων των δένδρων ή τυχαίες πτώσεις μεγάλων κλώνων από τα δένδρα λόγω πολυκαρπίας ή δυνατού ανέμου κ.λπ. μεταφέρονταν κλαδιά στα οικιακά ζώα, αίγες ή πρόβατα για να φάνε τα φύλλα και να μετατραπούν σε γάλα, χαλούμι ή κρέας. Στη συνέχεια τα ξερά κλαδιά και ξύλα καίγονταν στο φούρνο ή στη νιστιά για το ψήσιμο των ψωμιών ή του καθημερινού φαγητού. Το χειμώνα τα αναμμένα κάρβουνα που έμεναν μέσα στο φούρνο μετά το ψήσιμο των ψωμιών τα έβαζαν μέσα σε ένα μεγάλο τενεκέ, τα έσβηναν τοποθετώντας από πάνω λίγη στάχτη και βρεγμένη σακούλα και κάθε βράδυ έβαζαν λίγα αναμμένα κάρβουνα στο μαγκάλι  συμπλήρωναν με τα σβηστά και όλη η οικογένεια όσο μεγάλη και να ήταν  ζεσταινόταναπ’ αυτό το μαγκάλι.  Στο τέλος και αυτός ο στακτός χρησιμοποιείτο για την κατασκευή της αλουσίβας για το λούσιμο ή για το πλύσιμο των ρούχων, για το άσπρισμα του σησαμιού, το κόχλασμα των κουκουλιών ή και για θεραπευτικούς σκοπούς στα ζώα με την επάλειψη πληγών σε περιπτώσεις τραυματισμών τους ή κατά το ευνούχισμα (μνούσιησμα) των αρσενικών χοίρων και γαϊδουριών.

Η εκτροφή μεταξοσκώληκα ήταν μια από τις πολλές ασχολίες των γυναικών του Αγίου Αμβροσίου. Από το μεταξοσκώληκα έπαιρναν το μετάξι και τα κουκκούλια για τα ωραία υφαντά στις βούφες που διατηρούσαν όλες στα σπίτια τους. Πέραν των κύριων αυτών προϊόντων οι κάτοικοι χρησιμοποιούσαν τις πουμπουρίες δηλαδή τις κάμπιες του μεταξοσκώληκα μετά τη διαδικασία εξαγωγής του μεταξιού ως θαυμάσιο δόλωμα για το ψάρεμα των μελάνων. Πολλοί μάλιστα διατηρούσαν για μεγάλο χρονικό διάστημα τις πουμπουρίες σε αλμυρό νορό χαλλουμιών.       

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι όλες οι ποικιλίες χρυσομήλων στο χωριό ήταν γλυκοκόκκονες με αποτέλεσμα αυτές να χρησιμοποιούνται ως παιχνίδι, εμπορεύσιμο είδος με την κούνα να αποτελεί άριστη πρώτη ύλη στη ζαχαροπλαστική. Σήμερα μάλιστα γίνεται λόγος και για τις φαρμακευτικές της  ιδιότητες.

Από τα πιο πάνω γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι τέτοια πολιτική θα έπρεπε συντονισμένα να ακολουθούν οι σύγχρονες κοινωνίες γιατί όλο και περισσότερο λιγοστεύουν οι πόροι επιβίωσης.


Επικοινωνία